Πρόσωπα:

Πατέρας Νικόδημος: παπάς 40 χρονών

-Ντίνα: γυναίκα γύρω στα 30

-Γριά: μητέρα της Ντίνας, 60 χρονών

 (ιδιωτικό δωμάτιο πίσω από το ιερό της εκκλησίας. Ένας παπάς μπαίνει κρατώντας περιοδικά και βγάζει πρώτα το καπέλο του και μετά τα ράσα του και τα κρεμάει)

 Γυναικεία Φωνή (ακούγεται από το βάθος)

Κυρία μου, σας είπα ότι δε μπορείτε να- Κυρία μου!

 (μπαίνει μέσα σαν σίφουνας η Ντίνα, νέα γυναίκα, γύρω στα 30)

Νικόδημος

Τι συμβαίνει;

 Ντίνα (σχεδόν τρέμει από την οργή)

Εσύ είσαι ο πατέρας Νικόδημος;

 Νικόδημος

Δεν καταλαβαίνω το ύφος σας-

 Ντίνα

Εσύ είσαι;

 Νικόδημος

Ναι

Ντίνα

Λοιπόν, φέρε γρήγορα τα συμβόλαια, τα σκίζουμε και φεύγω ήσυχα

Νικόδημος

Ποια συμβόλαια;

Ντίνα

Τα συμβόλαια που υπέγραψε η μάνα μου! Μη μου κάνεις τον ανήξερο, δώσε μου τα αμέσως γιατί θα πάω στην αστυνομία!

Νικόδημος

Κατ’ αρχάς να μιλάς καλύτερα! Εδώ είναι οίκος του Θεού, δεν είναι-

Ντίνα

Ρε, καταλαβαίνεις ελληνικά; Φέρε τώρα όλα τα κωλόχαρτα! Είμαι στα όριά μου, σε προειδοποιώ. Θα πάω στην αστυνομία! Το καταλαβαίνεις; (φωνάζει) Θα σε κλείσω μέσα!

Νικόδημος

Σταμάτα! Σταμάτα, μωρέ, και θα σ’ ακούσει η παπαδιά. Εντάξει. Εντάξει, θα στα φέρω. Περίμενε. (φεύγει μουρμουρίζοντας «Πού με βρήκε;»)

Ντίνα

Τ’ άκουσα αυτό, «πάτερ»!

Νικόδημος

Εντάξει, εντάξει πια! Ηρέμησε!

(επιστρέφει κρατώντας ένα πάκο χαρτιά)

Νικόδημος

Τέκνο μου, πας να κάνεις ένα τεράστιο λάθος! Άσε με πρώτα να σου εξηγ-

Ντίνα

Μην τολμήσεις να με ξαναπείς τέκνο σου! Φέρε τα συμβόλαια.

Νικόδημος

Ε, εσύ δεν παίρνεις από λόγια! Ορίστε, πάρτα, να δούμε τι θα καταλάβεις!

(της τα δίνει και ανάβει τσιγάρο)

Ντίνα

Το καλό που σου θέλω να είναι όλα εδώ γιατί-

Νικόδημος

Όλα είναι, αμάν πια! (καπνίζει) Καμία εμπιστοσύνη πια στον κόσμο!

Ντίνα

Αυτό το λες εσύ; (μελετώντας τα χαρτιά) Κηφισίας 52, Δημοκρίτου 30, Τσακάλοφ 41. Α, ρε μάνα… Δώσε τσιγάρο. (ανάβει και καπνίζει) Και φυσικά το εξοχικό στην Ανάβυσσο. (τον κοιτάει με μίσος αλλά αυτός καπνίζει ατάραχος) Τι να σου πω, είσαι και παπάς…(καπνίζει και διαβάζει)

Τι είναι αυτό; Ε, δεν το πιστεύω! Καλά ρε, ακόμα και το πατρικό της έβαλες στο μάτι; Τι θα το έκανες το σπιτάκι στις Σέρρες το ετοιμόρροπο; Έχετε ξεφύγει τελείως; Δεν της άφησες κεραμίδι για κεραμίδι!

Νικόδημος (ξεφυλλίζει ένα περιοδικό για μηχανές)

Τώρα τι θες να σου πω; Ξέρεις τι λένε: ο έχων δύο χιτώνας…

Ντίνα

Κάνεις και χιούμορ, ε; (μένει παγωμένη κοιτάζοντας τα χαρτιά) Νάξου 42; Για μια στιγμή. Νάξου 42… Πού είναι αυτό; Δεν καταλαβαίνω… Πού είναι η Νάξου;

Νικόδημος

Στην Κυψέλη! Την τύφλα σου δεν ξέρεις!

Ντίνα

Μα η μάνα μου δεν έχει ακίνητο στην Κυψέλη! (φωνάζει) Αυτό είναι του Γιώργου, το’ γραψε στο Γιώργο πριν 15 χρόνια! Τι παιχνίδια παίζεις;

Νικόδημος

(παύση)

Ντίνα (ανάβει κι άλλο τσιγάρο και βηματίζει πάνω κάτω)

Ε, βέβαια. Έπρεπε να το φανταστώ! Εξομολόγηση κάθε τρεις και λίγο! Τόσες αμαρτίες πια;

Νικόδημος

Είσαι πολύ νευρική. Αν καθόσουν να ακούσεις λίγο-

Ντίνα

Τα κόλπα τελείωσαν! Δεν θέλω να ξαναπλησιάσεις την οικογένειά μου, το κατάλαβες; (αρπάζει τα συμβόλαια και πάει να τα σκίσει)

Νικόδημος και Γριά

Μη!

Ντίνα

Μαμά;

Νικόδημος

Επιτέλους, κυρία Ευθαλία μου. Κόκαλα  είχαν αυτά τα λουκουμάκια; Είχα αρχίσει να απελπίζομαι!

Ντίνα

Μαμά τι κάνεις εδώ;

Γριά

Ντίνα, κορίτσι μου, άσε κάτω τα συμβόλαια.

Νικόδημος (προσπαθεί να πάρει τα συμβόλαια)

Ναι, δώστα εδώ να μην πέσει στάχτη. Δώστα!

Ντίνα (τραβάει και αυτή τα συμβόλαια)

Άφησε τα! Άφησέ τα!

Ντίνα

Μα τι επίμονος παπάς που είσαι! Ρε, μαμά! Πλύση εγκεφάλου σου έχει κάνει; Μέχρι και το σπίτι του Γιώργου πήγες και του έγραψες του τραγόπαπα;

Νικόδημος

Ε, όχι και τραγόπαπας! Κυρία Ευθαλία μου, τόση ώρα κάνω υπομονή γιατί είναι κόρη σας, αλλά υπάρχουν και όρια. Δεν είμαι κανένας μπακάλης! Τα ράσα μου παίζω και το κεφάλι μου! Εσείς εισφέρατε μόνο τα ακίνητα, εγώ παίρνω όλο το ρίσκο και τα κέρδη 50-50.

Γριά (ανοίγει ένα κουτί με λουκούμια)

Έλα βρε Νικόδημε, τα ίδια θα λέμε πάλι;

(ο Νικόδημος τρώει λουκουμάκια και μιλάει μπουκωμένος)

Νικόδημος

Όχι, γιατί και ο κύριος Γιώργος μέχρι και να εκκλησιαστεί ήρθε από τη χαρά του όταν υπογράψαμε. Αυτός που δεν πατούσε σε λειτουργία. Όλοι έχουν να λένε ότι στις μπίζνες είμαι σπαθί. Και εσείς το ξέρετε ότι κάνω σωστές δουλειές, ότι έχω –

Ντίνα

Ένα λεπτό! Ένα λεπτό γιατί θα τρελαθώ. Εσύ… ο Γιώργος… ο παπάς;

Νικόδημος

Ε, αμάν κοπέλα μου! Λες «παπάς» και γεμίζει το στόμα σου αηδία! Δε σκότωσα και κανέναν. Την προίκα σου φτιάχνουμε εδώ με την κυρία Ευθαλία! Αν πηγαίνατε να τα εκμεταλλευτείτε μόνοι σας τα ακίνητα, το 40% θα σας το έπαιρναν οι φόροι. Και τώρα με τις εικονικές δωρεές στην εκκλησία, ούτε 1% δεν είναι ο φόρος!

Ντίνα

Μα και η εκκλησία φορολογείται πλέον! Το είπαν στις ειδήσεις!

Γριά (γελάει)

Όχι για το φιλανθρωπικό της έργο.

Ντίνα

(παύση και κοιτάει ερωτηματικά)

Νικόδημος (μασουλάει λουκουμάκια)

Έχουμε στήσει μια επιχείρηση συσσιτίου για κάλυψη. Έτσι εμπίπτουμε στο φιλανθρωπικό έργο. Ακόμα και με τα έξοδα για το συσσίτιο, το καθαρό κέρδος που απομένει είναι τετραπλάσιο.

 Ντίνα

Δηλαδή εσείς…

 Νικόδημος

Ναι, εμείς! Λοιπόν, θα τα φάμε τώρα με την ησυχία μας τα λουκουμάκια ή θα μας κάτσουν στο λαιμό;

 Ντίνα

Μα δε μπορώ να πιστέψω ότι-

 Γριά

Έλα, Ντίνα, κορίτσι μου. Καταλαβαίνω ότι σου έπεσαν πολλά, μα αν καθίσεις να ακούσεις, θα δεις ότι όλα είναι υπό έλεγχο. Έλα, κάτσε. Μου έβαλε πριν να φάω κάτι τσουρεκάκια ο Νικόδημος, θα γλείφεις τα δάχτυλά σου. Τα φτιάξανε στο κατηχητικό και-

 Νικόδημος

Μμμ, τι μου τα θύμισες τώρα και έχω πει να κάνω δίαιτα! Δε θα μου χωράνε ούτε τα ράσα σε λίγο. Να πάω να φέρω;

 Γριά

Φέρε, ναι.

 Παΐσιο (καθώς φεύγει)

Α, και μιας και θα το στρώσουμε, να μας πεις, Ντίνα μου, και για το διαμέρισμά σου στην Όθωνος, είχαμε κάτι ιδέες με τη μητέρα σου για μία σύμβαση – Αλλά κάτσε να φέρω τα τσουρεκάκια και τα λέμε…

(φεύγει σιγοτραγουδώντας τη μελωδία του «Dont worry, be happy»)

Η τήβεννος

29 Μαΐου, 2010

Πρόσωπα:

Γεράσιμος – άνδρας γύρω στα 30

Ψυχίατρος – γυναίκα γύρω στα 40

Μαρίνα – νέα κοπέλα, γύρω στα 25

Μητέρα – γυναίκα γύρω στα 55

Ψυχίατρος

Πείτε μου, λοιπόν. Τι σας φέρνει εδώ;

Γεράσιμος

Έχω ένα πρόβλημα. Δηλαδή μια δυσκολία. Δυσλειτουργία, τέλος πάντων. Δεν ξέρω πώς να το πω. Πάντως εγώ δεν ήμουν έτσι, παλιά τουλάχιστον, πριν από… (παύση)

 Ψυχίατρος

Πριν από;

 Γεράσιμος

Όλα ξεκίνησαν στην τελετή αποφοίτησης. Έγινε κάτι… δεν ξέρω πώς να το πω… δεν-

 Ψυχίατρος

Μη λογοκρίνεις τον εαυτό σου

 Γεράσιμος

Ήμουν 27 χρονών. Μόλις είχα τελειώσει το βιολογικό. Ναι, ναι, ξέρω τι σκέφτεστε. Το καθυστέρησα κάπως.

 (Η Ψυχίατρος παραμένει ακίνητη, παγωμένη. Ο Γεράσιμος φοράει μια τήβεννο και σηκώνεται όρθιος. Στέκεται κοιτώντας τα νύχια του, σαν να βαριέται.. Μπαίνει η Μαρίνα)

 Μαρίνα

Γεράσιμε! Γεράσιμε!

 (η Μαρίνα παγώνει ακίνητη. Ο Γεράσιμος μιλάει στην Ψυχίατρο)

 Γεράσιμος

Η Μαρίνα! Σίγουρα η μάνα μου την κάλεσε. Εγώ πάντως δεν ήθελα να με δει έτσι χάλια, μ’ αυτή τη μαύρη σακούλα που με βάλανε να φοράω. Αχ, η Μαρίνα… Πού να σας λέω γι’ αυτήν… Ο παιδικός μου έρωτας. Και ο εφηβικός. Και ο φοιτητικός. Και φυσικά, πάντα ανεκπλήρωτος.

 (Η ψυχίατρος ακίνητη. Η Μαρίνα αρχίζει να κινείται)

 Μαρίνα

Γερασιμάκο μου! Συγχαρητήρια! Συγχαρητήρια!

 Γεράσιμος

Τι κάνεις; Ήρθες! Δεν… δεν περίμενα ότι-

 Μαρίνα

Μα ήταν ποτέ δυνατό να μην έρθω; Οκτώ χρόνια μας ταλαιπωρείς. Χα, τι σας βάζουν να φοράτε ρε παιδιά!! (του πειράζει την τήβεννο και γελάει)

 Γεράσιμος

Έλα, μη με κάνεις να νιώθω ακόμα χειρότερα.

 Μαρίνα

(γελάει) Άντε μωρέ, αφού όλοι τις φοράνε, τι σε νοιάζει; Μη σου πω ότι σου πάει κιόλας. (γελάει)

 Γεράσιμος

Εν τω μεταξύ, ξέρεις ότι δίνουν τις ίδιες σε όλους; Μαλάκα, τις ανακυκλώνουν! (γελάει)

 Μαρίνα

Πλάκα κάνεις! Φρίκη! Δηλαδή τρεις αποφοιτήσεις το χρόνο, επί μια δεκαετία που τις έχουν-

 Γεράσμος

Άστο, μη το ψάχνεις, θα ξεράσω.

 Μαρίνα

(τον πλησιάζει και του λέει στο αυτί) Πάντως εσένα σου πάει. Έχει κάτι το-

 Μητέρα

Μάκη, Μάκη – α, σε βρήκε το Μαρινάκι, μπράβο!

 Γεράσιμος

Μη με λες Μάκη, ρε μάνα!

 Μητέρα

Έλα παιδί μου, μεταξύ μας τώρα. Έλα να βγάλουμε μια φωτογραφία να δείξουμε στον πατέρα σου

 Μαρίνα

Αλήθεια πού είναι ο κ.Γιώργος;

 Μητέρα

Αγύριστο κεφάλι, κορίτσι μου. Σαν και τούτον εδώ.

 Γεράσιμος

Έλα ρε μάνα

 Μητέρα

Στάσου να βγούμε μια φωτογραφία παιδί μου, μια φορά παίρνεις πτυχίο.

 Γεράσιμος (φωνάζει,, προσπαθώντας να συγκρατήσει τα νεύρα του)

Μάνα!

 Μητέρα

Καλά, καλά πια! Γαϊδούρι, μια φορά στα οκτώ χρόνια πήρα μια χαρά, και αυτή ξινή να μου τη βγάλεις. (φεύγει μουρμουρίζοντας)

 Μαρίνα

(γελάει) Μην την παρεξηγείς. Επιτέλους το πήρες, όμως! Ομολογώ δεν το περίμενα. Αλλά το πήρες. Μπράβο, μπράβο Γερασιμάκο μου.

(τον πλησιάζει και του λέει στο αυτί) Και μη νομίσεις ότι ξέχασα την υπόσχεσή μου. Γι’ αυτό είμαι εδώ. Εγώ κρατάω πάντα το λόγο μου…

 (Μαρίνα παγώνει, ακίνητη. Γεράσιμος μιλάει στην Ψυχίατρο)

 Γεράσιμος

Πού το θυμόταν αυτό; Μέχρι κι εγώ το είχα ξεγράψει. Είχε γίνει τέσσερα χρόνια νωρίτερα. Σε μια φάση που κατεβάζαμε ούζα και ρακόμελα…

 (Ο Γεράσιμος βγάζει την τήβεννο. Η Μαρίνα και ο Γεράσιμος κάθονται σε ένα τραπέζι ταβέρνας, μπροστά τους μια κανάτα και δυο ποτήρια. Γελάνε, είναι μεθυσμένοι)

 Γεράσιμος

Ενώ εσύ, τι μας το παίζεις Αϊνστάιν;

 Μαρίνα

Εγώ χρωστάω δύο μαθήματα, Γερασιμάκο. Σεπτέμβριο έχω το πτυχίο στο τσεπάκι.

 Γεράσιμος

Σιγά τη σχολή, μη χέσω.

 Mαρίνα

Ενώ το βιολογικό… για τζίνιους έτσι;

 Γεράσιμος

Είναι πιο δύσκολο πάντως

 Μαρίνα

Πού το ξέρεις; Αφού δεν περνάς ούτε απ’ έξω. (γελάει και πίνει) Θα σου πω κάτι απόψε, Μάκη!

 Γεράσιμος

Μη με λες Μάκη, γαμώτο μου!

 Μαρίνα

Μάκη άκουσέ με προσεκτικά! (αργά) Δε θα πάρεις πτυχίο ΠΟΤΕ! (τραγουδάει) Ποτέ! Ποτέ!

 Γεράσιμος

Θα πάρω, γαμώ τη σχολή μου. Θα πάρω

 Μαρίνα

Στάνταρ

 Γεράσιμος

Θα πάρω

 Μαρίνα

Δεν παίζει

 Γεράσιμος (πίνει και της λέει με ψεύτικο θυμωμένο ύφος)

Θα το πάρω και θα’ ρθω να σε βρω εκεί που θα’σαι και θα στο χώσω στον-

 Μαρίνα

Μην κουράζεσαι Γερασιμάκο. Θα σου πω κάτι και άνοιξε καλά τα αυτάκια σου: Αν ποτέ πάρεις πτυχίο, θα’ ρθω εγώ να σε βρω και θα σου κάτσω. Να μη με λένε Μαρίνα αν δε σου κάτσω. Τελεία και παύλα

 (η Μαρίνα παγώνει ακίνητη)

 Γεράσιμος (μιλώντας στην ψυχίατρο)

Τότε χρωστούσα 32 μαθήματα. Πιο πιθανό μου φαινόταν να μου πέσει το Λόττο, παρά να πάρω πτυχίο.

 (η ψυχίατρος παγώνει, ακίνητη. Ο Γεράσιμος φοράει πάλι την τήβεννο και σηκώνεται με τη Μαρίνα να είναι δίπλα του)

 Μαρίνα (του μιλάει στο αυτί)

Tι έγινε, Γερασιμάκο; Νόμισες πως το ξέχασα; (αρχίζει να τον χαϊδεύει) Έβαλα στοίχημα και έχασα. (βάζει το χέρι της μέσα από την τήβεννο) Εγώ ξέρω να χάνω. (ο Γεράσιμος είναι σε έκσταση) Ήρθα να ξεπληρώσω, εδώ, απόψε, εγώ και εσύ-

 Φωνή απ’ το μεγάφωνο

Γεράσιμος Παπαχρήστου

 Γεράσιμος

Τι μου κάνεις ρε Μαρίνα…

 Μαρίνα (συνεχίζει να τον χαϊδεύει μέσα από την τήβεννο. Του ψιθυρίζει )

Εγώ κι εσύ…

 Φωνή απ’ το μεγάφωνο

Γεράσιμος Παπαχρήστου

 Γεράσιμος

Πρέπει να πάω να το πάρω το κωλόχαρτο…

 (Ο Γεράσιμος απομακρύνεται απ’ τη Μαρίνα και πάει προς την έξοδο της σκηνής. Έχει στύση και φαίνεται ξεκάθαρα)

 (βγαίνει απ’ τη σκηνή και ακούγονται χειροκροτήματα και γέλια. Το ακροατήριο γελάει μαζί του)

 (η Μαρίνα φεύγει. ο Γεράσιμος ξαναμπαίνει και δε φοράει πια την τήβεννο. Μιλάει στην ψυχίατρο)

 Γεράσιμος

Φυσικά όταν γύρισα η Μαρίνα είχε εξαφανιστεί. Και από τότε δεν την ξαναείδα. Μήπως τα φαντάστηκα όλα αυτά, κυρία Παπακώστα; Καλά που δεν ήρθε ο πατέρας μου να δει το ρεζίλι μου. (παύση) Από τότε…

 Ψυχίατρος

(παύση)

 Γεράσιμος

Από τότε εγώ να… ξέρετε… δε μπορώ να… δεν… κυρία Παπακώστα;

 (ο Γεράσιμος αντιλαμβάνεται ότι η ψυχίατρος κοιμάται)


X-mas Clothes

29 Μαΐου, 2010

Σαλόνι σπιτιού. Χαμηλός φωτισμός. Στη μέση βρίσκεται το τζάκι με τέσσερεις κρεμασμένες κάλτσες. Μπαίνει ακροπατώντας ένας άντρας ντυμένος Άη Βασίλης. Ο άντρας βγάζει χαμογελαστές φωτογραφίες δίπλα στο τζάκι. Μετά βγάζει από το σάκο του μικρά δωράκια και τα τοποθετεί μέσα στις κάλτσες.

 ΑΝΤΡΑΣ

Λοιπόν, κάτσε μην τα μπλέξω: αυτό είναι του Γιωργάκη, σωστά? Και… 50 ευρώ! Αυτή είναι η Polly Pocket της Αννούλας, που μας έχει φάει τα αυτιά. Άλλα 50 ευρώ. Ένα κολιέ για τη μανούλα, που όλο παραπονιέται ότι δεν την φροντίζουμε… Ε, και κάτι για το μπαμπά, που τα κανόνισε όλα.

(Πηγαίνει προς το μπαρ και βάζει ένα ουίσκι).

Το κάναμε το χρέος μας και για φέτος.

(Κάθεται στον καναπέ κι ανάβει ένα τσιγάρο)

«Όχι Τάκη τσιγάρο στο σαλόνι!» – Έλα βρε αγάπη μου, σήμερα είναι γιορτή. Ε? Δε θα με μαλώσεις? Ειδικά μετά το κολιέ…

 Μπαίνει ακροπατώντας δεύτερος άντρας ντυμένος Άη Βασίλης. Κατευθύνεται στο τζάκι με τις κάλτσες και ψάχνει στο σάκο του, βγάζοντας σταδιακά τα διάφορα δώρα.

 ΑH BΑΣΙΛΗΣ

Λοιπόν, κάτσε μην τα μπλέξω: για να δούμε τι έχουμε για το Γιωργάκη… Α! Μια ωραιότατη ιλαρά! Εντάξει, ελαφριά φαίνεται, δε θα του αφήσει κουσούρια. Η Αννούλα βλέπω ωραία πράγματα… διακρίσεις στο σχολείο, αριστεία και ω! μια έντονη σεξουαλική παρενόχληση: επαναλαμβανόμενα χουφτώματα από το θείο Αντώνη, υπό την επήρεια αλκοόλ. Φυσικά η Αννούλα δε θα το πει, σαν καλό κοριτσάκι… και ο δρόμος προς την ψυχανάλυση ανοίγεται! Για την κυρία του σπιτιού, φέτος δεν έχουμε σπουδαία πράγματα: ανία, ανία, γκρίνια, μερικά ακόμα παραπανίσια κιλά, μια ελαφρά κατάθλιψη – σαφώς μικρότερη από αυτή του 2006 -, κάποιες καλές μπάζες στη μπιρίμπα, αυτά. Και τώρα, ο τυχερός της χρονιάς, ο κύριος Μολφέσης.

ΑΝΤΡΑΣ      

Συγγνώμη κύριε, τι κάνετε στο σαλόνι μου?

ΑH BΑΣΙΛΗΣ

Εγώ? Μα είμαι ο Αη Βασίλης!

ΑΝΤΡΑΣ

Δεν κόβετε τις εξυπνάδες? Αφού δεν υπάρχει Άη Βασίλης!

ΑH BΑΣΙΛΗΣ

Μα πώς? Ιδού! (δείχνει τον εαυτό του)

ΑΝΤΡΑΣ

Καλώ την αστυνομία τώρα!

ΑH BΑΣΙΛΗΣ

Τους έχω ενημερώσει, μην ανησυχείτε. Κάθε χρονιά το κάνω, just in case. (επιστρέφει στις κάλτσες) Για τον κύριο Μολφέση λοιπόν…

ΑΝΤΡΑΣ

Εγώ είμαι ο κύριος Μολφέσης!

ΑH BΑΣΙΛΗΣ

Ω! Χαίρω πολύ! Άη Βασίλης! Λυπάμαι βέβαια που γνωριζόμαστε κάτω από αυτές τις άχαρες συνθήκες. Ξέρετε, η παγκόσμια κρίση μας έχει επηρεάσει όλους.

(Βγάζει από το σάκο δύο μικρά κουτάκια και του τα προσφέρει διαδοχικά)

Έχω λοιπόν – λυπάμαι ξανά – μια απόλυση με ταυτόχρονη προαγωγή του βοηθού που εσείς προσλάβατε μετά από πολλές προσπάθειες. Και μια επιδείνωση της στυτικής σας δυσλειτουργίας, η οποία όμως, μην ανησυχείτε, διορθώνεται με την κλασική πλέον αντιμετώπιση με Cialis. Η δεσποινίς Λία ούτε καν θα προσέξει τη διαφορά. Ειδικά δε που προς το τέλος του χρόνου θα σας εγκαταλείψει για τον πρώην βοηθό σας.

ΑΝΤΡΑΣ

Μα ποιος είσαι εσύ? Ποιος νομίζεις ότι είσαι? (Τον κυνηγάει να αποκαλύψει το πρόσωπό του)

ΑH BΑΣΙΛΗΣ

Ελάτε κύριε Μολφέση, μην κάνετε σαν παιδί… Ο καλός σας φίλος απ’τα παλιά?

ΑΝΤΡΑΣ

Ποιος φίλος ρε? Δείξε τη μούρη σου!

ΑH BΑΣΙΛΗΣ

Ο Άη Βασίλης!

ΑΝΤΡΑΣ

Αφού δεν υπάρχει Άη Βασίλης!

ΑH BΑΣΙΛΗΣ

(Ο ΑH BΑΣΙΛΗΣ στήνει τον ΑΝΤΡΑ μπροστά στον καθρέφτη του σαλονιού)

Υπάρχω, κι όσο υπάρχεις θα υπάρχω… Θες και αποδείξεις?

(Βγάζει από το σάκο κιτρινισμένα γράμματα)

«Καλέ μου Άη Βασίλη, θέλω ένα σούπερ ντόμινο» – 1982

«Άη Βασίλη μου, φέτος θέλω το πειρατικό Playmobil» – 1983

«Καλέ μου Άη Βασίλη, κάνε να με αγαπήσει η Μαρία» – 1985. Ορίστε, την παντρεύτηκες! Τι άλλο θες?

ΑΝΤΡΑΣ σωριάζεται καταρρακωμένος όπου βρει. Ο ΑH BΑΣΙΛΗΣ τον χτυπά φιλικά στον ώμο)

Άντε, πάω τώρα. Καλά Χριστούγεννα! Και μη σε παίρνει από κάτω, ε? Ξέρεις πόσο χειρότερα υπάρχουν? Ουουουου! Cheer up!

Ο ΑΝΤΡΑΣ μένει σωριασμένος. Κοιτάει τα κουτάκια που του έδωσε ο ΑΒ. Πιάνει το μόριό του πάνω από το παντελόνι του και καταρρέει.

Το σουτιέν

29 Μαΐου, 2010

Χλιδάτο ραφείο 18ου αιώνα: τριγύρω βρίσκονται κρεμασμένοι μεταξωτοί κορσέδες και πανάκριβα φορέματα με πολύτιμους λίθους. Στην αριστερή άκρη της σκηνής ένα παραβάν. Ο αρχιμόδιστρος, Φιλίπ Φλερί, υπερβολικά αγχωμένος, σκουπίζει. Μπαίνει ο βοηθός του, Γκιγιότ.

 ΦΙΛΙΠ ΦΛΕΡΙ –  Άντε Γκιγιότ, όπου να’ναι θα φτάσουν!

ΓΚΙΓΙΟΤ – Τι εννοείτε θα φτάσουν? Η Δούκισσα ντε Πολινιάκ δεν έρχεται ποτέ με παρέα…

ΦΙΛΙΠ ΦΛΕΡΙ – Ναι αλλά αυτή τη φορά, εντελώς ξαφνικά, αποφάσισε να τη συνοδέψει η Μαρία Αντουανέτα. Μόλις τώρα με ενημέρωσε απεσταλμένος του παλατιού. Η ίδια η βασίλισσα στο ραφείο μου! Ενθουσιάστηκε λέει με την ιβουάρ ρομπ α λα πολονέζ που σχεδίασα για τη δούκισσα και θέλει λέει να δει τη δουλειά μου.

ΓΚΙΓΙΟΤ – Δουλειά μας.

ΦΙΛΙΠ ΦΛΕΡΙ – (τον χτυπάει επανειλημμένα με τη σκούπα) Τι λες βρε κακομοίρη? Τι λες βρε άχρηστε της κακιάς ώρας, που όταν σε περιμάζεψα απ’το δρόμο το χνώτο σου βρωμούσε μέχρι τις Βερσαλίες απ’την πείνα?

ΓΚΙΓΙΟΤ – Μετρ, πάνε 14 χρόνια από τότε…

ΦΙΛΙΠ ΦΛΕΡΙ – Σκάσε! Δε μπορώ καν ν’ακούω τη φωνή σου! Σκάσε και βάλε ένα χεράκι.

ΓΚΙΓΙΟΤ – Να μη σας δείξω πρώτα την έκπληξη?

ΦΙΛΙΠ ΦΛΕΡΙ – Κι άλλη έκπληξη?

ΓΚΙΓΙΟΤ – Την έκπληξη που σας έλεγα ότι ετοιμάζω για τη Μαντάμ λα Κοντές…

ΦΙΛΙΠ ΦΛΕΡΙ – Μον Ντιε, κελ κρετίν! Τώρα? Όχι! Τσακίσου πήγαινε να φτιάξεις το δοκιμαστήριο.

(Ο Γκιγιότ πηγαίνει πίσω από το παραβάν)

ΦΙΛΙΠ ΦΛΕΡΙ – Η Μαρία Αντουανέτα, αυτοπροσώπως! Στη μπουτίκ του Φιλίπ Φλερί. Κελ ονέρ! Φιλίπ Φλερί, grand couturier της Αυτού Μεγαλειότητος. Μεσιέ Φιλίπ Φλερί… ενσαντέ! Φιλίπ Φλερί… σκλάβος σας.

(Ο Γκιγιότ βγαίνει από το δοκιμαστήριο φορώντας πάνω από τα ρούχα του ένα σουτιέν)

ΦΙΛΙΠ ΦΛΕΡΙ – Τι είναι αυτά τα καραγκιοζιλίκια? Έχεις τρελαθεί τελείως?

(Ο Φλερί ορμάει να του βγάλει το σουτιέν. Ο Γκιγιότ αντιστέκεται)

ΓΚΙΓΙΟΤ – Μετρ, το ταπεινό έργο μιας ολόκληρης ζωής.

ΦΙΛΙΠ ΦΛΕΡΙ – Μα είσαι ολότελα τρελός? Πας να με καταστρέψεις με τους τσαρλατανισμούς σου?

ΓΚΙΓΙΟΤ – Μα δε μ’αφήσατε να σας εξηγήσω καν πώς λειτουργεί…

ΦΙΛΙΠ ΦΛΕΡΙ – Να σου πω εγώ πώς λειτουργεί: θα μπουν μέσα η βασίλισσα με τη δούκισσα, θα σε δουν να το φοράς και θα μας στείλουν με τη μία και τους δύο στη γκιγιοτίνα. Φοβερή εφεύρεση!

ΓΚΙΓΙΟΤ – Η γκιγιοτίνα?

(Κοιτιούνται. Παύση)

ΦΙΛΙΠ ΦΛΕΡΙ – Γκιγιότ?

ΓΚΙΓΙΟΤ – Γκιγιοτίνα! Έργο του προ-προπάππου μου. Μικρός που’ναι ο κόσμος…

(Ο Φλερί επιτίθεται ξανά και προσπαθεί μανιασμένα να βγάλει το σουτιέν από τον Γκιγιότ. Ο τελευταίος καταλήγει με τους δύο αγκώνες στη θέση που θα έπρεπε να βρίσκεται το στήθος. Μπαίνει η βασίλισσα, η κόρη της, η δούκισσα και η συνοδεία τους)

ΑΥΛΙΚΟΣ – Η αυτού μεγαλειότητα και βασίλισσα της Γαλλίας Μαρία Αντουανέτα, η νεαρή βασίλισσα Μαρί-Τερέζ Σαρλότ και η Δούκισσα ντε Πολινιάκ Γιολάντ Μαρτίν Γκαμπριέλ.

ΦΙΛΙΠ ΦΛΕΡΙ – (όπως-όπως προσπαθεί με το σώμα του να κρύψει τον Γκιγιότ) Μαντάμ, μεντάμ, Φιλίπ Φλερί… ενσαντέ σκλάβος σας!

(Η Μαρία Αντουανέτα επιβλέπει το χώρο και σταματάει μπροστά στον Γκιγιότ. Τον δείχνει με τη βεντάλια της)

ΜΑΡΙΑ-ΑΝΤΟΥΑΝΕΤΑ – Και αυτό?

ΦΙΛΙΠ ΦΛΕΡΙ – Ένα λάθος της φύσης μαντάμ. Ο βοηθός μου.

ΜΑΡΙΑ-ΑΝΤΟΥΑΝΕΤΑ – Αυτό λέω (δείχνοντας το σουτιέν)?

ΦΙΛΙΠ ΦΛΕΡΙ – Α… ένα προσωπικό παιχνιδάκι επιβολής. Ξέρετε, αυτά που πρέπει να παίζεις με τους υποτακτικούς σου για να μη σε καβαλήσουν.

Sous-tien: τον κρατάει από κάτω.

ΜΑΡΙΑ-ΑΝΤΟΥΑΝΕΤΑ – Το θέλω. Μόνος σας το σκεφτήκατε?

ΦΙΛΙΠ ΦΛΕΡΙ – Μαντάμ φυσικά η σκέψη ήταν / δική μου

ΓΚΙΓΙΟΤ – Εγώ! Με όλο το σεβασμό, εγώ μαντάμ το σκέφτηκα!

ΜΑΡΙΑ-ΑΝΤΟΥΑΝΕΤΑ – Χμ… Το θέλω. Τα θέλω. Και τα δύο (δείχνει το σουτιέν και τον Γκιγιότ). Η κατάσταση στο παλάτι έχει γίνει εξόχως ανιαρή τελευταία. Χρειάζεται ρετούς. Σουτιέν. Κάτι μου λέει ότι έχει προοπτικές. Sous-tien. Σουτιέν!

(Η βασιλική συνοδεία φεύγει. Ο αυλικός τραβάει τον Γκιγιότ από πίσω τους)

Το σάλι

29 Μαΐου, 2010

Σκοτεινό δωμάτιο χωρίς έπιπλα.

Τρεις γυναίκες (η Κλωθώ, η Λάχεση και η Άτροπος) κάθονται στις γωνίες ενός νοητού ισόπλευρου τριγώνου. Και οι τρεις πλέκουν ταυτόχρονα: οι τρεις πλέξεις ενώνονται στο κέντρο του τριγώνου σε ένα ενιαίο πλεκτό, σαν ένα σάλι με τρεις ουρές. Στην άκρη της σκηνής, μια κοπέλα μόνη, ντυμένη προκλητικά. Η κοπέλα δεν έχει επαφή με τις τρεις γυναίκες, δεν τις βλέπει ούτε τις ακούει, κινείται ανεξάρτητα στην περιοχή της. Σε όλη τη διάρκεια της σκηνής, η Άτροπος παρακολουθεί στενά την κοπέλα.

 ΚΟΠΕΛΑ (Κάθεται χαμογελαστή σα να παρακολουθεί μια ευχάριστη συνομιλία, και συμπληρώνει με καταφατικά μισόλογα)

Χιχι… Μμμ… Α, ναι ναι! Ναι, αυτό! Χαχαχα…

 ΚΛΩΘΩ

Καλό κορίτσι, καλό, αν και λίγο αντιδραστικό.

 ΛΑΧΕΣΗ

Απ’την αντίδραση θα τη βρει. Των άλλων.

 ΑΤΡΟΠΟΣ

Έλα με το μπλα μπλα! Συγκεντρωθείτε. Να τελειώνουμε.

 (Παύση)

 ΚΛΩΘΩ

Η δράση φέρνει αντίδραση. Λογικό.

 ΛΑΧΕΣΗ

Και η αντίδραση πάλι αντίδραση φέρνει.

 ΚΛΩΘΩ

Ποιος γίνεται αντιδραστικός τώρα?

 ΑΤΡΟΠΟΣ

Σσστ!

 (Παύση)

 ΚΟΠΕΛΑ

(Ουρλιάζει κοιτώντας προς μια συγκεκριμένη κατεύθυνση. Προσπαθεί να ξεφύγει από μια αόρατη επίθεση αλλά εγκλωβίζεται στο σκηνικό)

 ΚΛΩΘΩ

Γιατί της το κάνεις τώρα αυτό? Είναι καλή κοπέλα.

 ΛΑΧΕΣΗ

Καλή κοπέλα ε? Και σαν καλή προλετάρια, ξημεροβραδιάζεται στο Ζλαβιάνσκι Μπαζάρ, ανταλλάσσοντας το μπούστο της για λίγη κρύα Ζουμπρόβκα και φτηνό χαβιάρι.

 ΚΛΩΘΩ

Κάπως πρέπει να ζήσει κι αυτή. Λες κι είχε επιλογή…

 ΛΑΧΕΣΗ

Ας έμεινε στα χωράφια, όπως η μάνα της και η γιαγιά της. Δεν είναι αυτό επιλογή?

 ΚΛΩΘΩ

Είναι. Δική σου. Πάντα εσύ αποφασίζεις.

 ΛΑΧΕΣΗ

Αποφασίζω αυτό που τους αξίζει.

 ΑΤΡΟΠΟΣ

Σιλάνς! Επιτέλους!

 ΚΟΠΕΛΑ  (Συρρικνωμένη σε μια γωνία, κλαίει.)

Δεν είναι έτσι… Δεν είναι αυτό που νομίζετε… Θα κάνω ό,τι μου ζητήσετε… Θα πολεμήσω μαζί σας… Θα εμψυχώσω τους μπολσεβίκους, τους αγρότες… Με το μέρος σας είμαι, μία από εσάς! Δεν έχω σχέση με αυτούς τους ανθρώπους.

ΚΛΩΘΩ

Καλά… ας ήταν καμιά homeless κι άσχημη, θα την άφηνες να τραβολογιέται χρόνια και χρόνια μες τη μιζέρια της! Μη δεις κορίτσι της προκοπής! Να το ξεκάνεις όπως-όπως!

ΛΑΧΕΣΗ

Άντε μωρέ! Που το δίνει δεξιά κι αριστερά στα τσιράκια του τσάρου, την ώρα που τα αδέλφια της παλεύουν για το δίκιο του λαού.

ΑΤΡΟΠΟΣ

Σκασμός είπαμε! Θα χάσω το timing!

ΚΛΩΘΩ

Να σας πω κάτι? Σας έχω σιχαθεί και τις δυο όλα αυτά τα χρόνια! Η μία με την κακία της, η άλλη με το timing, σαν τον ελβετικό κούκο. Φτάνει πια! Επανάσταση θέλατε? Επανάσταση λοιπόν!

(Σηκώνεται, βουτάει το πλεκτό της ΛΑΧΕΣΗΣ αλλά καθώς πάει να πάρει και της ΑΤΡΟΠΟΥ, αυτή με ένα ψαλίδι κόβει τα νήματά της. Την ίδια στιγμή ακούγονται απανωτοί πυροβολισμοί και η κοπέλα πέφτει στο έδαφος νεκρή)

(Παύση)

ΑΤΡΟΠΟΣ – (προτείνει στην ΚΛΩΘΩ το σάλι)

Έλα, ρίχτο πάνω της μην κρυώσει. Έλα! Αφού πάντα σ’αρέσει να το κάνεις…

ΚΛΩΘΩ

Τι να το κάνω? Δεν έχει νόημα. Τίποτα δεν έχει νόημα.

ΑΤΡΟΠΟΣ

Ε πάρ’το κι εσύ απόφαση πια…

(Η ΚΛΩΘΩ βγάζει ένα νέο τόπι μαλλί και το τοποθετεί στο κέντρο του νοητού τριγώνου. Κάθεται στωικά στη θέση της.)

ΛΑΧΕΣΗ

Είναι κι αυτή μια μοίρα.